και για τα τραγούδια"

και για τα τραγούδια"

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Λαχτάρησα μια χώρα (Ε)

..



Λαχτάρησα μια χώρα
μουσική Μίκη Θεοδωρακη
στιχοι Ιακωβου Καμπανελλη

Λαχτάρησα μια χώρα
γυρεύω ένα νησί
που οι άνθρωποι να λένε
ότι μου λες κι εσύ

βροχούλα στα μαλλιά σου
στα μάτια η χαραυγή
φωνή που σε θηλάζει
μια μάνα υπομονή

Να σπείρω ένα χωράφι
και κάθε πρωινό
πόση ζωή έχει πάρει
να βγαίνω να μετρώ

Θέλω να σε κρατήσω
θέλω να σ αγαπώ
για όσα έχω σωπάσει
να σκύψω να σου πω

βροχούλα στα μαλλιά σου
στα μάτια η χαραυγή
φωνή που σε θηλάζει
μια μάνα υπομονή

Και σαν θα μεγαλώσεις
το λάδι απ την ελιά
ίσια να το μοιράσεις
στα δώδεκα παιδιά

Να ρίξουν ένα γέλιο
να πάει ως την πηγή
να σηκωθούν οι μέρες
που καρτερούν εκεί

βροχούλα στα μαλλιά σου
στα μάτια η χαραυγή
φωνή που σε θηλάζει
μια μάνα υπομονή


Ποίηση: Ιάκωβου Καμπανέλλη
Σύνθεση: Μίκη Θεοδωράκη 1975, Βραχάτι.

Από το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη
ΕΧΘΡΟΣ ΛΑΟΣ
που ανέβασε ο θίασος Καζάκου - Καρέζη το 1975



Άλλα είχα στο μυαλό μου για το σημερινό ποστ. Κάτι καλοκαιρινό , χαδιάρικο και παιχνιδιάρικο, αντάξιο της Σερενάτας, με άλλα ζωάκια και τερατάκια τσέπης, που βρίσκονται κρυμμένα στα τραγούδια που μας αρέσουν και μας κλείνουν το μάτι…

Όμως άλλαι αι βουλαι της ψυχής, όταν «κολλήσει» σ' ένα ρεφραίν, σ ένα στίχο, ή στη συχνότητα που εκπέμπει μια φωνή.
Λίγο η περίεργη διάθεση του Ιουλίου, λίγο η συντροφικότητα που βγαίνει μέσα από την οθόνη των blog και μάλιστα αυτών που ξε – μείνανε, αλλά και η απουσία των συντρόφων σε… διακοπές (μην κλαίμε τώρα και γι αυτούς. Καλά την έχουν. Να μας σκέφτονται άραγε την ώρα που βουτάνε στο δροσερό νεράκι, ή την ώρα που πίνουν την Batida de coco σε κάποιο νησιώτικο μπαράκι;

Μ αυτά και με τα άλλα λοιπόν ΚΑΙ επειδή χθες, ψάχνοντας στο κομπιούτερ μου για να βρω το «χρυσόψαρο μέσα στη γυάλα» με την Καρέζη και τον Ηλιόπουλο, έπεσα πάνω στο δίσκο «Τα κινηματογραφικά της Τζένη Καρέζη». Εκεί ήταν το χρυσόψαρο αλλά τελικά, το είχα ανεβάσει σε μια υπέροχη και απολαυστική ερμηνεία με την Αρλέτα live στο Περοκέ και το άφησα να κυλίσει.

Ξανάκουσα λοιπόν, μετά από καιρό, αυτή την ιδιαίτερα αισθαντική άλτο φωνή της Καρέζη., να τραγουδά έτσι όπως μόνον οι ηθοποιοί ξέρουν και μπορούν, με φωνή ίσια, λίγο παράφωνη, όμως έξοχα,
Τραγούδια όπως «Ούτε ένα ευχαριστώ», «Κουράστηκα να σε κρατώ» «Μην τον ρωτάς τον ουρανό».
Φτιάχτηκα.

Το τελευταίο τραγούδι ήταν ένα αγαπημένο μα ξεχασμένο στο χρόνο, τότε, σ εκείνες τις ολονύχτιες φοιτητικές βραδιές με κιθάρες και τραγούδι στα τέλη της δεκαετίας του ’70 (Ε, ναι!): «Λαχτάρησα μια χώρα» από τo θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Έχθρός λαός», σε μουσική του Μίκη, βέβαια, του Θεοδωράκη.

Το τραγούδι αυτό είναι επίσης το τελευταίο της παράστασης. Κάτι σαν Κάθαρση, Ελπίδα, Προσμονή.
Κόλλησα!

Από χθες όλο αυτό ακούω και ξανακούω.

Αυτή η συντροφικότητα άλλων καιρών που ηχούσε στ αυτιά μου μέσα από τη χορωδία των ηθοποιών που συνόδευαν την φωνή της Καρέζη, ο στίχος με την αθωότητα μα και την πίκρα του, η μουσική του Μίκη μελωδική σαν νεράκι που τρέχει, έχοντας κάτι από παιδικό τραγούδι, νανούρισμα! Μια κιθάρα μια φωνή για το κουπλέ, με χορωδία για το ρεφραίν και το ενδιάμεσο ιντερμέδιο με ένα πνευστό, μόνο!

Σιγά σιγά όσο ξετυλίγεται το τραγούδι η παρουσία της χορωδίας πιο κοντινή, συντροφική.
Δακρύζεις, δεν μπορείς. Ανατριχιάζεις. Η αποφασιστική κι αθώα συνάμα, φωνή της Καρέζη, να προφέρει τους στίχους σαν σε τάμα, σαν προσευχή.

Η Υπόσχεση, η Ελπίδα, η Προσμονή για ένα καλύτερο αύριο, πιο δίκαιο πιο ανθρώπινο. Οι θυσίες παλικαριών, η υπομονή της μάνας, η αγάπη, η ανάγκη να μοιραστείς στιγμές σιωπής που σου επέβαλαν, που σου έκλεψαν.
Βροχούλα στα μαλλιά σου
στα μάτια η χαραγή
φωνή που σε θηλάζει
μια μάνα υπομονή

Ρεφραίν καθαρτικό, ανάτασης ρεφραίν και επωδός με την υπόσχεση, την ελπίδα, την ελπίδα, την ελπίδα

Για να κλείσει έτσι όπως άρχισε, με μια κιθάρα σε αρπισμούς απλούς, σαν παιδική μελωδία, σαν νανούρισμα, σαν πρωινό ξύπνημα, που σήμερα ακούγεται σαν εφιάλτης της αθώας ψυχής που προδόθηκε, που διαψεύστηκε, που έμεινε να κοιτάζει το όνειρο να ξεμακραίνει, να ξεθωριάζει…

Κι ένα γιατί, ένα μεγάλο γιατί;

Γιατί μας ξέφυγαν όλα απ’ τα χέρια, σαν θαρρούσαμε πως όλα αλλάζουν προς το γλυκύτερο; Πώς αυτός ο αιώνας και η δεκαετία που τον προετοίμασε άλλαξαν το τοπίο; Κάποια βλέμματα αγρίεψαν,άλλα αποχαυνώθηκαν θέλοντας να κρατήσουν σφικτά στις παλάμες την άμμο της θάλασσας για να τον μετατρέψουν νόμισαν σε χρυσόσκονη για τους λίγους, για τους εαυτούς τους.

Τι είν’ αυτή η πίκρα που εγκαταστάθηκε σαν βρώμικος αέρας από καμένο δάσος που, τι να κάνεις, σιγά σιγά τον συνηθίζεις και ζεις μαζί του; Ποιο είναι αυτό το τοπίο που πιστέψαμε για χωράφι σπαρμένο που, αντί για σπαρτά και ελιές, ξερνάει δράκοντες αδίστακτους, ανθρωποφάγους που δεν χορταίνουν με τίποτα…

Ποια ψυχή πουλήσαμε, ποια κρατήσαμε, και ποια χαρίσαμε;

Ναι, όλα αυτά σ ένα τραγούδι, σε δυο στίχους, μια φωνή να τα ακούς ξανά και ξανά και να μην το χορταίνεις να μην το χωνεύεις. Τραγούδι βάλσαμο μα και μαχαίρι. Αυτά είναι τα τραγούδια μας που τα περνάμε χάντρες σε φυλακτό για να μετράμε τις μέρες, την υπομονή μας, την αντοχή μας.

Σας φιλώ όλους τους φίλους.
Καλά είμαι. Αλλιώτικα.
Σήμερα είμαι λίγο… ευσυγκίνητη, ας το πω έτσι, μια απ αυτές τις μέρες

Ας το ακούσουμε κι από τη νεα γενια σε μια συγκινητικη ερμηνεία από τις εκπομπες τηςΕΡΤ πριν εισβαλουν οι φασιστικα τα τσογλάνια του Σαμαρά

Μα γι αυτό ακριβώς την έκλεισαν, πολλή κουλτουρα για τα γουστα τους κι αριστερη κιολας,...

Δεν υπάρχουν σχόλια: